Η Ροδόχρους Νόσος ή Rosacea, είναι μια συχνή χρόνια φλεγμονώδης πάθηση του δέρματος.
Χαρακτηρίζεται από ύπαρξη ορατών αγγείων και ερυθρότητας στο πρόσωπο. Στην περίπτωση που ο ασθενής έχει και την υποκατηγορία της ροδόχρου νόσου που ονομάζεται ροδόχρους ακμή, θα εμφανίσει και βλατίδες ή φλύκταινες (δηλαδή σπυράκια με ή χωρίς πύον), κυρίως σε μάγουλα, μύτη και μέτωπο.
Το κύριο χαρακτηριστικό της ροδόχρου είναι η ερυθρότητα. Αυτή οφείλεται στην αγγειοδιαστολή των τριχοειδών αγγείων του προσώπου λόγω αυξημένης ευαισθησίας τους απέναντι σε φυσιολογικά ερεθίσματα όπως ζεστά ροφήματα, ηλιακή έκθεση, πικάντικα φαγητά. Η επαναλαμβανόμενη αγγειοδιαστολή μπορεί να δημιουργήσει μόνιμη βλάβη στα αγγεία με αποτέλεσμα να είναι ορατά ακόμη κι αν δεν υπάρχει εκλυτικός παράγοντας.
Εκτός της αγγειακής δυσλειτουργίας, σημαντικό ρόλο παίζει η αυξημένη έκκριση ορισμένων νευροπεπτιδίων που είναι επίσης υπεύθυνα για την φλεγμονή και την αγγειοδιαστολή των αγγείων. Επίσης, έχει βρεθεί ότι τα άτομα με ροδόχρου νόσο έχουν αυξημένη την παρουσία του ακάρεος Demodex folliculorum, που ζει στους θύλακες των τριχών του προσώπου και είναι ικανό να πυροδοτήσει ανοσολογική αντίδραση που θα οδηγήσει σε φλεγμονή και επιδείνωση των συμπτωμάτων.
Η νόσος εμφανίζει εξάρσεις και υφέσεις και μπορεί να υποχωρήσει αυτόματα. Συνιστάται όμως η εφαρμογή ορισμένων τοπικών προϊόντων για την γρήγορη αποδρομή της και την άμεση ανακούφιση των συμπτωμάτων.
Η ροδόχρους νόσος είναι ένα δερματολογικό νόσημα που βάση της κλινικής του εικόνας εμφανίζει 4 διαφορετικούς υποτύπους, οι οποίοι θα αναφερθούν λεπτομερώς στη συνέχεια. Η ροδόχρους ακμή είναι ένας υπότυπος της ροδόχρου νόσου. Επομένως, όταν κάποιος έχει ροδόχρου ακμή, σημαίνει ότι εμφανίζει τα γενικά χαρακτηριστικά της ροδόχρου νόσου μαζί με τα σημεία και συμπτώματα του συγκεκριμένου υποτύπου.
Πρόκειται για δύο δερματολογικές παθήσεις που συχνά συγχέονται λόγω ορισμένων κοινών συμπτωμάτων, αλλά στην πραγματικότητα είναι δύο διαφορετικά νοσήματα με διαφορετική αιτιολογία, παθοφυσιολογικό μηχανισμό και θεραπευτική προσέγγιση.
Η κύρια αιτία της κοινής ακμής είναι η υπερπαραγωγή σμήγματος με συνέπεια την απόφραξη των πόρων ευνοόντας έτσι την ανάπτυξη του προπιονοβακτηριδίου της ακμής. Αντιθέτως, η ροδόχρους ακμή συνδέεται με την δυσλειτουργία των τριχοειδών αγγείων του προσώπου ως αντίδραση του δέρματος σε διάφορους παράγοντες. Ηλικιακά επίσης διαφέρουν αφού η κοινή ακμή εμφανίζεται συνήθως σε εφήβους ενώ η ροδόχρους μετά την ηλικία των 30.
Αναφορικά με τα συμπτώματα, και στους δύο τύπους ακμής έχουμε βλατίδες ή φλυκταινες αλλά μόνο στην κοινή ακμή υπάρχουν φαγέσωρες. Στην ροδόχρου ακμή πέραν του φλεγμονώδου στοιχείου μπορεί να υπάρχουν ορατά αγγεία και αίσθημα καύσου ή νυγμών. Η θεραπευτική τους προσέγγιση επίσης διαφέρει καθώς στην κοινή ακμή χρησιμοποιούμε ερεθιστικούς παράγοντες (π.χ. ρετινοειδή ή peeling με οξέα) για την αντιμετώπιση της κατάστασης ενώ στην ροδόχρου ακμή ο αρχικός στόχος είναι η μείωση της ερυθρότητας και της φλεγμονής.
Οι 4 τύποι της ροδόχρου νόσου αναλόγως της κλινικής εικόνας και της προσβαλλόμενης περιοχής είναι:
Η ροδόχρους νόσος είναι μια συχνή δερματική πάθηση στον γενικό πληθυσμό που μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ποιότητα ζωής. Δεν είναι μεταδοτική ή επικίνδυνη αλλά χρειάζεται ορισμένες οδηγίες που θα την περιορίσουν και θα βοηθήσουν στην ανακούφιση των συμπτωμάτων που προκαλεί. Επίσης, φαίνεται να παρουσιάζει άμεση συσχέτιση με τα εξής χαρακτηριστικά:
Η ροδόχρους νόσος έχει ορισμένα χαρακτηριστικά συμπτώματα που μπορεί να διαφοροποιούνται αναλόγως του τύπου της. Επειδή στην παθογένεια της νόσου συμμετέχουν εκλυτικοί παράγοντες και κληρονομικότητα μπορεί να υπάρχουν διαφορετικής έντασης εκδηλώσεις από ασθενή σε ασθενή.
Το κοινό χαρακτηριστικό όλων των ασθενών με ροδόχρου νόσο. Συνήθως, ειδικά τα πρώτα χρόνια από την εκδήλωση της νόσου, εμφανίζεται σε μορφή εξάψεων (flushing), μοιάζοντας σαν υπερβολική έκθεση στον ήλιο, και διαρκεί μερικά δευτερόλεπτα προτού εξαφανιστεί τελείως.
Σε επαναλαμβανόμενα επεισόδια ή σε περίπτωση που ο ασθενής έχει χρόνια την πάθηση αλλά δεν λαμβάνει κάποια φαρμακευτική αγωγή για την υποχώρησή της, ο ερεθισμός μπορεί να εγκατασταθεί και να μην υποχωρεί ακόμη και χωρίς την παρουσία κάποιου εκλυτικού παράγοντα.
Οι περιοχές που εμφανίζουν το ερύθημα είναι κυρίως οι παρειές, το μέτωπο, η μύτη και το πηγούνι. Ο μηχανισμός εκδήλωσης πίσω από την ερυθρότητα εξηγείται από την αγγειοδιαστολή των επιφανειακών αγγείων του δέρματος.
Εκτός της ερυθρότητας, σημαντική κλινική εκδήλωση που ισχυροποιεί την διάγνωση της ροδόχρου νόσου είναι οι τηλαγγειεκτασίες, δηλαδή τα διευρυμένα αιμοφόρα αγγεία. Συνήθως εμφανίζονται σαν γραμμικό ή διάχυτο δίκτυο και δεν εξαφανίζονται με την πίεση. Μπορεί να υπάρχουν μόνα τους ή μαζί με ερύθημα. Η ερυθρότητα και οι τηλαγγειεκτασίες στο πρόσωπο αποτελούν σημαντικά διαγνωστικά κριτήρια και αποτελούν δείκτες για την πρόοδο της νόσου.
Σε περίπτωση εμφάνισής τους αναφερόμαστε σε ροδόχρου ακμή, έναν αρκετά συχνό υπότυπο της ροδόχρου. Οι βλατίδες ή οι φλύκταινες (δηλαδή τα σπυράκια με ή χωρίς πύον αντίστοιχα), είναι συνήθως μικρές, κόκκινες βλάβες που εντοπίζονται κυρίως στις παρειές. Η βασική διαφορά με την κοινή ακμή είναι ότι εδώ δεν υπάρχουν φαγέσωρες γιατί η ροδόχρους ακμή δεν σχετίζεται με υπερπαραγωγή σμήγματος. Σε σοβαρότερες και πιο σπάνιες μορφές της νόσου, μπορεί να εμφανιστούν μεγαλύτερες βλάβες (οζώδεις) που συνήθως απαιτούν ισχυρότερη φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπισή τους.
Περίπου οι μισοί ασθενείς με ροδόχρου νόσο παρουσιάζουν και οφθαλμικές εκδηλώσεις. Μερικές φορές μάλιστα μπορεί να προηγούνται των δερματικών εκδηλώσεων. Κάποια γενικά συμπτώματα που μπορεί να εμφανιστούν είναι :
Σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να επηρεάσει τον κερατοειδή με συνέπεια την μείωση της οπτικής οξύτητας. Σε συμπτώματα ήπιας έως μέτριας ενόχλησης συστήνεται οφθαλμολογική εξέταση τουλάχιστον 2 φορές τον χρόνο ή αναλόγως των οδηγιών του θεράποντος ιατρού.
Στην περίπτωση που τα συμπτώματα είναι έντονα ή εμφανιστούν ξαφνικά, για παράδειγμα θόλωση όρασης ή έντονος πόνος, πρέπει να γίνει άμεσα οφθαλμολογική εκτίμηση.
Όταν αναφερόμαστε στο ρινόφυμα, εννοούμε την πάχυνση του δέρματος της μύτης, μια κλινική εκδήλωση που συμβαίνει συχνότερα στους άνδρες. Δεν εμφανίζεται ξαφνικά, αφού πρόκειται για την μακροχρόνια εξέλιξη της σοβαρής φλεγμονής του δέρματος της μύτης και συγκριτικά με τα άλλα συμπτώματα είναι πιο σπάνια κατάσταση. Δημιουργείται λόγω υπερτροφίας των σμηγματογόνων αδένων και του συνδετικού ιστού. Η μύτη φαίνεται διογκωμένη και σε πιο προχωρημένες μορφές της ροδόχρου παρουσιάζει μια μόνιμη παραμόρφωση. Αποκτά ένα σκούρο ερυθρό χρώμα, με διευρυμένους πόρους και ορατά αιμοφόρα αγγεία.
Οι εξάρσεις με ερυθρότητα και αίσθημα ξηρότητας ή καυσου, είναι συνηθισμένες εκδηλώσεις της νόσου, ιδίως στα αρχικά της στάδια, και επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών. Το δέρμα στους ασθενείς με ροδόχρου νόσο είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο και αντιδρά έντονα σε εξωγενείς παράγοντες. Μπορεί να υπάρξει έντονος ερεθισμός με συνοδό κνησμό και αίσθημα τραβήγματος της περιοχής λόγω έντονης ξηρότητας που οφείλεται στην διαταραχή του επιδερμικού φραγμού, και αντιμετωπίζεται με ειδικές ενυδατικές κρέμες χωρίς ερεθιστικούς παράγοντες.
Η διαστολή των επιφανειακών αιμοφόρων αγγείων είναι υπεύθυνη για το αίσθημα καύσου που συνοδεύει το flushing. Μπορεί μερικές φορές να συνυπάρχει με ήπιο αίσθημα νυγμών στα σημεία της ερυθρότητας, ειδικά μετά την εφαρμογή προϊόντων που περιέχουν οξέα, αλκοόλ ή αρώματα, γι’ αυτό συστήνονται πάντα κρέμες που είναι αποκλειστικά για ευαίσθητο δέρμα.
Η ροδόχρους νόσος, και επομένως και η ροδόχρους ακμή, μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών. Ο βασικός λόγος είναι γιατί στην καθημερινότητά μας υπάρχουν πολλοί από τους παράγοντες που συμμετέχουν στην εμφάνιση ή την επιδείνωση των συμπτωμάτων της νόσου.
Η UV ακτινοβολία αποτελεί τον συχνότερο παράγοντα εμφάνισης ή επιδείνωσης του ερυθήματος στο πρόσωπο μέσω ενεργοποίησης μηχανισμών φλεγμονής ως απόκριση στο οξειδωτικό στρες. Εκτός από παράγοντα επιδείνωσης, η χρόνια έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία μπορεί να αποτελέσει και αίτιο εμφάνισης της ροδόχρου.
Η θερμότητα συμβάλλει επίσης στην επιδείνωση των συμπτωμάτων, προκαλώντας αγγειοδιαστολή και κατ επέκταση αύξηση της αιματικής ροής, με συνέπεια το ερύθημα και το αίσθημα έξαψης (flushing). Το ίδιο αποτέλεσμα έχει και το έντονο κρύο και τον αέρα. Γι’ αυτό συστήνεται στους ασθενείς να αποφεύγουν την έκθεση σε ακραίες θερμοκρασίες, σε ζεστό περιβάλλον όπως ζεστό ντους, σάουνα ή πάνω από κατσαρόλα/φούρνο, τα ζεστά ροφήματα και τα πικάντικα φαγητά.
Σημαντικός εκλυτικό παράγοντας είναι το στρες και γενικότερα η συναισθηματική φόρτιση. Μέσω απελευθέρωσης νευροπεπτιδίων προκαλείται αγγειοδιαστολή και αύξηση της αγγειακής διαπερατότητας των αγγείων. Αυτή η νευροαγγειακή δυσλειτουργία είναι που έχει ως αποτέλεσμα το αίσθημα έξαψης (flushing). Τα νευροπεπτίδια σε συνδυασμό με την κορτιζόλη που αυξάνεται λόγω του στρες προκαλούν περαιτέρω αύξηση προφλεγμονωδών ουσιών επιδεινώνοντας την φλεγμονώδη κατάσταση της ροδόχρου. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ο ασθενής να κατανοήσει ότι η διαχείριση του στρες αποτελεί μέρος της θεραπείας για τη νόσο.
Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή η επιλογή των προϊόντων που θα χρησιμοποιούνται στο πρόσωπο. Χρήση φαρμάκων που προκαλούν αγγειοδιαστολή (π.χ. αντιυπερτασικά φάρμακα) ή ορισμένα τοπικά στεροειδή που χρησιμοποιούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να επιδεινώσουν την ροδόχρου νόσο. Επίσης, καλλυντικά προϊόντα που περιέχουν ερεθιστικούς παράγοντες όπως αλκοόλ, αρώματα, μενθόλη, αιθέρια έλαια (π.χ. ευκάλυπτος), είναι καλό να αποφεύγονται λόγω της μεγαλύτερης ευαισθησίας του δέρματος ως αποτέλεσμα της διαταραχής του επιδερμικού φραγμού. Έχει μεγάλη σημασία για την ύφεση της νόσου να γίνεται μόνο χρήση καθαριστικών και τοπικών προϊόντων που είναι ειδικά για ευαίσθητα δέρματα.
Χωρίς να μπορεί να γίνει πλήρως κατανοητός ο μηχανισμός, φαίνεται ότι οι διακυμάνσεις στα επίπεδα ορισμένων ορμονών, κυρίως των οιστρογόνων, μπορούν να επηρεάσουν την εμφάνιση συμπτωμάτων της ροδόχρου. Τα οιστρογόνα έχουν αντιφλεγμονώδη και προστατευτική δράση στο δέρμα. Μείωσή τους όπως συμβαίνει κατά την περίοδο της εμμηνόπαυσης, οδηγεί σε διαταραχή του δερματικού φραγμού άρα περισσότερο αφυδατωμένο δέρμα και σε αυξημένη ευαισθησία του δέρματος σε φλεγμονώδεις παράγοντες. Το αίσθημα καύσου ή οι εξάψεις, είναι συνήθη στην εμμηνόπαυση λόγω της αγγειοκινητικής αστάθειας και της υπερδιέγερσης των αγγείων συντελώντας στην εμφάνιση της ερυθρότητας που παρατηρείται στην ροδόχρου νόσο.
Η διάγνωση της νόσου γίνεται με βάση την παρατήρηση της κλινικής εικόνας του ασθενή και την λήψη του ιστορικού. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στην ύπαρξη των επιβαρυντικών παραγόντων και στην συσχέτισή τους με τα συμπτώματα. Επίσης, λαμβάνεται πάντα υπόψη η ηλικία και το οικογενειακό ιστορικό του ασθενούς.
Στα πλαίσια της κλινικής παρατήρησης των συμπτωμάτων, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ταξινομήσεις εθνικών επιτροπών για τη Ροδόχρου Νόσο, όπως η National Rosacea Society Expert Committee για το αν ο ασθενής πληρεί ή όχι τα κριτήρια της διάγνωσης. Συγκεκριμένα, θεωρούμε ότι ένας ασθενής έχει ροδόχρου νόσο:
Αν έχει έστω και ένα από τα εξής:
Σε περίπτωση που δεν έχει κάποιο από τα παραπάνω, χρειάζεται να έχει τουλάχιστον δύο από τα εξής:
Σε περίπτωση που κάποιος ασθενής εμφανίζει:
Θεωρούμε ότι από μόνα τους δεν οδηγούν στη διάγνωση της ροδόχρου νόσου αλλά η υποψία ενισχύεται στην περίπτωση που υπάρχουν συμπτώματα από τις 2 παραπάνω κατηγορίες.
Σε περίπτωση που η κλινική εικόνα και το ιστορικό δεν είναι τόσο ξεκάθαρα για να θέσουν την διάγνωση, είναι σημαντικό να αποκλειστούν ορισμένες δερματικές παθήσεις που εμφανίζουν ομοιότητες. Μερικές από αυτές είναι:
Σε περίπτωση που η διάγνωση δεν είναι ξεκάθαρη μέσω της κλινικής εικόνας του ασθενούς ή η θεραπευτική αγωγή για τη ροδόχρου νόσο δεν βελτίωσε τα συμπτώματα, μπορεί να γίνει λήψη βιοψίας δέρματος που θα θέσει οριστικά τη διάγνωση της δερματοπάθειας.
Οι θεραπευτικές επιλογές για τον έλεγχο των συμπτωμάτων της ροδόχρου νόσου ποικίλλουν αναλόγως του τύπου, της βαρύτητας των συμπτωμάτων, της συχνότητας εμφάνισης εξάρσεων και της ικανότητας συμμόρφωσης του ασθενούς στις οδηγίες.
Οι τοπικές φαρμακευτικές αγωγές στοχεύουν στον έλεγχο των δύο υποτύπων της ροδόχρου, ερυθηματώδη και βλατιδοφλυκταινώδη ή αλλιώς ροδόχρου ακμή, καθώς έχουν κυρίως αντιφλεγμονώδη και αντιμικροβιακή δράση. Οι σημαντικότερες από αυτές είναι:
Σε περίπτωση που τα συμπτώματα δεν υποχωρούν με την τοπική φαρμακευτική αγωγή ή είναι ιδιαίτερα έντονα με ανάγκη άμεσης βελτίωσής τους, χρησιμοποιείται συστηματική θεραπεία με αντιβιοτικά. Η δοξυκυκλίνη είναι το συνηθέστερα χρησιμοποιούμενο αντιβιοτικό, που ανήκει στις τετρακυκλίνες και έχει ισχυρές αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό στις ανθεκτικές περιπτώσεις ροδόχρου ακμής ιδίως αν συνδυαστεί με τοπική θεραπεία. Η διάρκεια αγωγής της δοξυκυκλίνης είναι έως 4 μήνες. Λόγω αυτού, είναι σημαντικό να ενημερώνεται ο ασθενής ότι η ημερήσια δόση του φαρμάκου είναι συγκεκριμένη ώστε να μην αναπτύσσεται μικροβιακή αντοχή.
Δύο επεμβατικές θεραπείες με πολύ καλά αποτελέσματα στην μακροχρόνια αντιμετώπιση της διάχυτης ερυθρότητας και των τηλαγγειεκτασιών αφού αντιμετωπίζουν την βασική αγγειακή δυσλειτουργία της νόσου.
Το PDL χρησιμοποιεί μήκος κύματος σε εύρος που απορροφάται από την αιμοσφαιρίνη και μετατρέπεται σε θερμότητα που προκαλεί θρόμβωση ή καταστροφή του τοιχώματος του αγγείου. Στοχεύει τα αγγεία με μεγάλη ακρίβεια χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα μηχανισμό ψύξης για περιορισμό τυχόν παρενεργειών.
Το IPL δεν είναι laser, αλλά παλμικό φως που με τη χρήση ειδικών φίλτρων στοχεύει στην αιμοσφαιρίνη και την μελανίνη. Όπως και το PDL, έτσι και εδώ, η ενέργεια μετατρέπεται σε θερμότητα προκαλώντας θρόμβωση ή καταστροφή των αγγείων που σαρώνονται. Ωστόσο, πλεονεκτεί του PDL γιατί λόγω του ευρύτερου φάσματος μπορεί να καταπολεμήσει και την διάχυτη ερυθρότητα, όχι δηλαδή μόνο τα επιμέρους ορατά αγγεία, και τα σημάδια φωτογήρανσης του δέρματος.
Όπως αναφέραμε και νωρίτερα, έχει μεγάλη σημασία στην ροδόχρου νόσο η επιλογή των κατάλληλων προϊόντων, υποαλλεργικών και χωρίς ερεθιστικούς παράγοντες, για την καθημερινή φροντίδα του προσώπου.
Το πλύσιμο το προσώπου πρέπει να γίνεται με ένα απαλό καθαριστικό με pH περίπου 5-6 για αποφυγή περαιτέρω ερεθισμού της της επιδερμίδας. Ένας απλός τρόπος για να καταλάβει κάποιος αν το σαπούνι που χρησιμοποιεί βοηθά την επιδερμίδα του είναι αναλόγως του της αίσθησης που έχει μετά το πλύσιμο. Αν για παράδειγμα νιώθει ότι το πρόσωπο τον “τραβάει”, σημαίνει ότι χρειάζεται ηπιότερο καθαριστικό.
Πέραν του καθαρισμού του προσώπου πρέπει να δοθεί μεγάλη σημασία και στην αντηλιακή προστασία. Η εφαρμογή αντηλιακής προσώπου με δείκτη προστασίας SPF50+ πρέπει να μην παραλείπεται ποτέ, ειδικά στα άτομα με ροδόχρου, ακόμη και τους χειμερινούς μήνες. Ιδανικά, προτιμάμε αντηλιακά με φυσικά φίλτρα όπως το οξείδιο του ψευδαργύρου (zinc oxide) για αποφυγή ερεθισμού.
Τα προϊόντα ενυδάτωσης πρέπει να είναι αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινής περιποίησης του προσώπου στα άτομα με ροδόχρου. Υπάρχει διαταραχή του επιδερμικού φραγμού λόγω της νόσου και γι αυτό χρειάζεται να ενισχυθεί μέσω της ενυδάτωσης. Τα προϊόντα πρέπει να είναι μη φαγεσωρογόνα, ειδικά σχεδιασμένα για ευαίσθητα δέρματα και χωρίς αρώματα, αλκοόλ και έντονα οξέα (π.χ. γλυκολικό). Η ρετινόλη και η βιταμίνη C θα μπορούσαν πιθανόν να χρησιμοποιηθούν σε χαμηλές συγκεντρώσεις, με σταδιακή εφαρμογή για περισσότερη ασφάλεια. Μερικά παραδείγματα κατάλληλων συστατικών είναι το υαλουρονικό οξύ, η πανθενόλη και τα κεραμίδια.
Επίσης, τα καταλληλότερα προϊόντα είναι εκείνα που έχουν τη σήμανση: “sensitive skin”, “for rosacea” ή “fragrance-free”. Το κλειδί είναι να γίνεται συστηματική χρήση των προϊόντων προσώπου, χωρίς υπερβολές στον αριθμό και την ποσότητα που εφαρμόζεται. Σε περίπτωση αγοράς καινούργιου καλλυντικού συστήνεται η δοκιμή του για 2-3 ημέρες σε μια μικρή περιοχή του προσώπου, π.χ. στο πλάι του λαιμού, πριν γίνει η εφαρμογή του σε όλο το πρόσωπο.
Εκτός των δερμοκαλλυντικών και φαρμακευτικών προϊόντων, υπάρχουν και πιο φυσικές λύσεις με αντιφλεγμονώδη και καταπραϋντική δράση.
Επειδή η ροδόχρους νόσος επηρεάζεται σημαντικά από την διατροφή, για την καλύτερη διαχείρισή οι ασθενείς είναι καλό να ακολουθούν ορισμένες οδηγίες για την κατανάλωση τροφών που βοηθούν στην ρύθμιση της φλεγμονής και για αποφυγή άλλων που επιδεινώνουν τα συμπτώματα.
Οι τροφές που σχετίζονται συχνότερα με εξάρσεις και επιδείνωση των συμπτωμάτων της ροδόχρου είναι εκείνες που σχετίζονται κυρίως με πρόκληση αγγειοδιαστολής. Μερικά παραδείγματα είναι:
Χρειάζεται να σημειωθεί ότι δεν επηρεάζονται όλοι οι ασθενείς το ίδιο από όλες τις παραπάνω τροφές γι αυτό και δεν συστήνεται πάντα η αποφυγή όλων αυτών. Ο κάθε ασθενής, είναι καλό να δημιουργεί το δικό του διαιτολόγιο αναλόγως της επίδρασης που παρατηρεί ότι έχουν οι τροφές στα συμπτώματα της ροδόχρου.
Εκτός των τροφών που μπορούν να επιδεινώσουν το ερύθημα και το αίσθημα καύσου και συστήνεται η αποφυγή τους, υπάρχουν και οι τροφές που μπορούν να βοηθήσουν στην μείωση της φλεγμονώδους απάντησης του οργανισμού. Αποτελούν εξαιρετικές επιλογές υγιεινής διατροφής με αντιοξειδωτικές ουσίες, αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, φυτικές ίνες και βιταμίνες. Μερικά παραδείγματα είναι:
Τα αντιοξειδωτικά παίζουν σημαντικό ρόλο στον έλεγχο των συμπτωμάτων της ροδόχρου. Εξουδετερώνουν τις ελεύθερες ρίζες οι οποίες προκαλούν κυτταρική βλάβη, μειώνοντας έτσι το οξειδωτικό στρες και κατ’ επέκταση τα συμπτώματα φλεγμονής.
Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια έρευνες υποστηρίζουν άμεση συσχέτιση της υγείας του δέρματος με την υγεία του εντέρου (the gut-skin axis). Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η εμφάνιση ροδόχρου νόσου σε σημαντικό ποσοστό ασθενών με λοίμωξη από H.pylori. Τα προβιοτικά και τα πρεβιοτικά, συμβάλλουν στην αποκατάσταση της ισορροπίας του μικροβιώματος του εντέρου επιδρώντας σε μηχανισμούς σημαντικούς με ισχυρή αντιφλεγμονώδη δράση. Σε αυτές τις κατηγορίες ανήκουν:
Η ροδόχρους νόσος είναι μια χρόνια πάθηση του δέρματος με κύριο χαρακτηριστικό την φλεγμονώδη αντίδραση. Μέχρι σήμερα, δεν υπάρχει οριστική θεραπεία για την μόνιμη εξαφάνισή της. Η νόσος χαρακτηρίζεται από εξάρσεις και υφέσεις γι αυτό και οι διαθέσιμες θεραπείες στοχεύουν στον έλεγχο των συμπτωμάτων (εξαφάνιση ή έστω πολύ ήπια εκδήλωση) και στην αποφυγή εξάρσεων για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο διάστημα.
Το πόσο συχνά ένα άτομο θα εμφανίζει επεισόδια υποτροπών διαφέρει σημαντικά από ασθενή σε ασθενή και εξαρτάται από δύο κυρίως παράγοντες. Ο πρώτος αφορά τον υπότυπο εκδήλωσης της ροδόχρου. Τα άτομα που εκδηλώνουν τον ερυθηματώδη τύπο με συνοδές τηλαγγειεκτασίες τείνουν να εμφανίζουν συχνότερα υποτροπές ειδικά μετά από αλλαγές θερμοκρασίας ή έντονο στρες. Ο δεύτερος παράγοντας είναι περισσότερο διαχειρίσιμος καθώς αφορά την μη συμμόρφωση στην αποφυγή των εκλυτικών παραγόντων και στην μη τήρηση της φαρμακευτικής αγωγής για τα προϊόντα που πρέπει να χρησιμοποιούνται στην φάση συντήρησης. Η παρακολούθηση των ασθενών είναι συχνότερη στις αρχικές φάσεις της νόσου με στόχο την αξιολόγηση της ανταπόκρισης στις θεραπευτικές οδηγίες. Στην φάση συντήρησης της ροδόχρου, η επίσκεψη μπορεί να γίνεται 1-2 φορές τον χρόνο.
Λόγω της ιδιαιτερότητας της νόσου και των ποικίλων παραγόντων που μπορούν να την επηρεάσουν, μπορεί ορισμένες φορές να χρειαστεί αναπροσαρμογή του θεραπευτικού πλάνου. Πιθανές αιτίες είναι η αποτυχία ελέγχου της νόσου μετά από 2-3 μήνες αγωγής, η επιδείνωση των συμπτωμάτων ή ακόμη και η αλλαγή του υποτύπου της ροδόχρου (για παράδειγμα να εμφανιστούν φλύκταινες πέραν της ερυθρότητας). Σε αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί αναπροσαρμογή της αγωγής ή χρήση επεμβατικής θεραπείας για συμπτώματα που δεν ανταποκρίνονται στην τοπική αγωγή.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η έγκαιρη διάγνωση της ροδόχρου παίζει σημαντικό ρόλο στην άμεση ανακούφιση των συμπτωμάτων της και στην γενικότερη εξέλιξη της νόσου. Είναι σημαντικό να γίνει δερματολογική εκτίμηση ώστε:
Η ροδόχρους νόσος είναι μια πολύπλοκη δερματοπάθεια με σημαντική επιβάρυνση της καθημερινότητας του ασθενή. Στόχος μας είναι να συζητήσουμε τα συμπτώματα και τις θεραπευτικές επιλογές ώστε να βρεθεί η καλύτερη προσέγγιση για τον έλεγχο των συμπτωμάτων και στην επιστροφή στις καθημερινές δραστηριότητες. Επικοινωνήστε μαζί μας για μια πλήρη δερματολογική εκτίμηση που θα σας βοηθήσει να επαναφέρεται την υγεία του δέρματός σας.